Ο εμβολιασμός με την ενισχυτική δόση του εμβολίου mRNA έναντι του κοροναϊού έχει συσχετιστεί με μειωμένες πιθανότητες εμφάνισης σοβαρής νόσου Covid-19 σε σύγκριση με τον μη εμβολιασμό.
Ωστόσο, μεταξύ των ατόμων που έχουν εμβολιαστεί πλήρως με το mRNA εμβόλιο έναντι του SARS-CoV-2, δεν υπάρχουν πολλά δεδομένα για την προστασία που παρέχεται από την ενισχυτική δόση και πόσο καιρό διαρκεί η ανοσία που προσφέρει.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ροδάνθη Ελένη Συρίγου, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα δεδομένα της πρόσφατης δημοσίευσης της Jessica P. Ridgway και συνεργατών στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό JAMA.
Στη μελέτη αξιολογήθηκε η συσχέτιση μεταξύ της ενισχυτικής δόσης του εμβολίου σε σύγκριση με τον εμβολιασμό με την πρώτη σειρά των εμβολίων (δύο αρχικές δόσεις mRNA εμβολίου) και τις πιθανότητες νοσηλείας από Covid-19 από τον Οκτώβριο του 2021 έως και τον Ιούλιο του 2022 στο δίκτυο υγειονομικής περίθαλψης Providence σε 6 Πολιτείες των ΗΠΑ.
Συνολικά υπήρχαν 3062 περιπτώσεις (μέση ηλικία 70,8 έτη, 52,6% άνδρες και 34,7% είχαν λάβει την ενισχυτική δόση) και 12248 άτομα ελέγχου (μέση ηλικία 67,1 έτη, 46,7% άνδρες και το 49,3% είχε λάβει την ενισχυτική δόση).
Οι παράγοντες που σχετίζονται με αυξημένες πιθανότητες νοσηλείας συμπεριλάμβαναν την ηλικία 70 ετών και άνω, το αρσενικό φύλο, τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, το σακχαρώδη διαβήτη, την ανοσοκαταστολή, την παχυσαρκία, τις ρευματολογικές νόσους, τη μεταμόσχευση.
Στην πολυμεταβλητή ανάλυση, ο αναμνηστικός εμβολιασμός συσχετίστηκε με μειωμένες πιθανότητες νοσηλείας για Covid-19 (34,7% των περιπτώσεων έναντι του 49,3% των ατόμων ελέγχου).
Οι πιθανότητες νοσηλείας ποικίλλουν ανάλογα με τον χρόνο από την αναμνηστική δόση, με τις λιγότερες πιθανότητες να εκτιμώνται όταν η αναμνηστική δόση πραγματοποιήθηκε σε λιγότερο από 50 ημέρες και τις περισσότερες πιθανότητες όταν πραγματοποιήθηκε σε περισσότερο από 150 ημέρες.
Συμπερασματικά, η χορήγηση αναμνηστικής δόσης εμβολίου mRNA έναντι του SARS-CoV-2 προσφέρει επιπλέον όφελος ως προς την προστασία από λοίμωξη Covid-19 συγκριτικά με το βασικό εμβολιαστικό πρόγραμμα των δύο δόσεων.