Νέα μελέτη δείχνει ότι, αν και οι άνθρωποι δεν πέφτουν σε χειμερία νάρκη, μπορεί να χρειάζονται περισσότερο ύπνο κατά τους ψυχρούς μήνες.
Ανάλυση ανθρώπων που υποβλήθηκαν σε μελέτες ύπνου διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι κοιμούνται περισσότερο το χειμώνα. H νέα μελέτη αφορά συγκεκριμένα τον λεγόμενο Ύπνο REM (ταχεία κίνηση των ματιών).
Ενώ ο συνολικός χρόνος ύπνου φάνηκε να είναι περίπου μία ώρα περισσότερος το χειμώνα από ό,τι το καλοκαίρι, το αποτέλεσμα αυτό δεν θεωρήθηκε στατιστικά σημαντικό.
Η έρευνα υποδηλώνει ότι ακόμη και σε έναν αστικό πληθυσμό που βιώνει διαταραγμένο ύπνο, οι άνθρωποι βιώνουν περισσότερο ύπνο REM το χειμώνα από ό,τι το καλοκαίρι και λιγότερο βαθύ ύπνο το φθινόπωρο.
Οι ερευνητές λένε ότι αν τα ευρήματα της μελέτης μπορέσουν να επαναληφθούν σε ανθρώπους με υγιή ύπνο, αυτό θα αποτελέσει την πρώτη απόδειξη για την ανάγκη προσαρμογής των συνηθειών ύπνου στην εποχή, ίσως με το να κοιμόμαστε νωρίτερα τους σκοτεινούς και ψυχρούς μήνες.
Ο Δρ Dieter Kunz, συγγραφέας της μελέτης, με έδρα την Κλινική Ύπνου και Χρονοϊατρικής στο νοσοκομείο St Hedwig της Γερμανίας, δήλωσε: «Η εποχικότητα είναι πανταχού παρούσα σε κάθε ζωντανό ον σε αυτόν τον πλανήτη.
Σε γενικές γραμμές, οι κοινωνίες πρέπει να προσαρμόζουν τις συνήθειες του ύπνου, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας και του χρονισμού, στην εποχή ή να προσαρμόζουν το σχολικό και εργασιακό πρόγραμμα στις εποχιακές ανάγκες ύπνου».
Κατά τη διάρκεια του ύπνου REM, η εγκεφαλική δραστηριότητα αυξάνεται και οι άνθρωποι μπορεί να ονειρεύονται. Ο φυσιολογικός ύπνος ξεκινά με τρία στάδια, μη-REM ύπνου αρχικά, ακολουθούμενα από μια σύντομη περίοδο ύπνου REM.
Ενώ οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι τα αποτελέσματα θα πρέπει να επικυρωθούν σε άτομα χωρίς δυσκολίες στον ύπνο, οι εποχιακές αλλαγές μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερες σε έναν υγιή πληθυσμό.
Στη μελέτη, μια ομάδα επιστημόνων επιστράτευσε 292 ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε μελέτες ύπνου, τις λεγόμενες πολυσωματογραφίες. Αυτές πραγματοποιούνται τακτικά σε ασθενείς που αντιμετωπίζουν δυσκολίες που σχετίζονται με τον ύπνο.
Τους ζητείται να κοιμηθούν φυσιολογικά σε ένα ειδικό εργαστήριο χωρίς ξυπνητήρι και έτσι μπορεί να παρακολουθηθεί η ποιότητα και το είδος του ύπνου. Αφού έγιναν αποκλεισμοί για άτομα που έπαιρναν φάρμακα που επηρεάζουν τον ύπνο, για τεχνικά λάθη και για όσους μπορεί να είχαν παραλείψει το πρώτο στάδιο REM, παρέμειναν 188 ασθενείς στη νέα μελέτη.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο περιοδικό Frontiers in Neuroscience.