Βαβούρα. Μια πολύ ιδιαίτερη λέξη. Ένας ιδιαίτερος συνδυασμός γραμμάτων. Δύο βήτα, ένα ρο, δύο άλφα και ένα ου.
Αν την πεις πολλές φορές, θυμίζει κάποιον θόρυβο μηχανής αυτοκινήτου. Είναι ο ορισμός του ήχου της πόλης. Επικρατεί βαβούρα.
Θυμίζει επίσης τον Τζόνι Βαβούρα, τον Έλληνα Φαμπιάν Μπαρτέζ, τον θρυλικό θείο της Βλαχάκη στο Κων/νου & Ελένης, τον μουσικό και ηθοποιό των 80s.
Αλλά στους πιο παλιούς, στους 40άρηδες και 50άρηδες, η λέξη αυτή παραπέμπει αυτόματα στο περιοδικό Βαβούρα, ένα πολυσυνθετικό κόμικ που αποτέλεσε ένα από τα πρώτα κόμικς στην ελληνική αγορά και συντρόφευσε τους πιτσιρικάδες στα 80s.
Ήταν ένα περιοδικό πολύ μπροστά από την εποχή του. Είχε το τρολ, είχε το σόκιν, ήταν ένας πολύ μακρινός προπομπός των σελίδων με memes στα social media, ήταν ότι είναι στο Twitter τα trends.
Οι μικρές ιστορίες του Κουραφέλκυθρου και του Διονύση Ατζαράκη ίσως να έχουν πατήσει πάνω στη φιλοσοφία της Βαβούρας.
Η Βαβούρα πρωτοεμφανίστηκε στα περίπτερα το 1981, με εκδότη τον Νικόλα Δεληγιώργη. Στο ξεκίνημά της κυκλοφορούσε δύο φορές το μήνα, την 1η και την 15η, πακέτο με τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Αρχές βαθέος ΠΑΣΟΚ τότε, γαρ.
Στην πορεία έγινε εβδομαδιαίο και το κόστος του πήγε από τις 15 στις 100 και μετά στις 200 δραχμές, στην εποχή που ανέβηκε ο πληθωρισμός και άλλαξαν οι μισθοί.
Πολυσυλλεκτικό, πολυσυνθετικό κόμικ. Αυτό ήταν η Βαβούρα. Ενσωμάτωνε στις σελίδες της βρετανικά (Whizer & Chips, The Beano, Buster) και ισπανικά κόμικς (Zippy y Zappe) που τα αναδημοσίευε προσαρμοσμένα στα ελληνικά.
Το τμήμα που προκαλούσε πάντοτε το περισσότερο ενδιαφέρον όμως, ήταν ισπανικής καταγωγής, η Οδός Τρέλας 13 (το 13 Rue del Percebe είχε ξεκινήσει το 1961 στην Ισπανία από τον γραφίστα Francisco Ibanez) όπου μέσα σε μερικά τετράγωνα, αρκούσε ένα συννεφάκι και μια ατάκα για να φτιαχτεί μια ιστορία.
Μια πολυκατοικία 4 ορόφων, δύο διαμερίσματα σε κάθε όροφο και όσο μεγάλωνε η απήχηση της Οδού Τρέλας, τόσο αυξάνονταν και τα διαμερίσματα.
Μια αποτύπωση της αστικοποίησης και της μετατροπής της Αθήνας σε ένα χάος πολυπληθυσμιακό. Πάντοτε υπήρχαν και οι φιγούρες εκτός πολυκατοικίας, πρόσωπα που ξεπετάγονταν από την ταράτσα, από έναν υπόνομο, περαστικοί στα πεζοδρόμια.
Οι πιο χαρακτηριστικοί ήρωες της Βαβούρας ήταν ο Γουρουνομούρης, το Μαμόθρεφτο, ο Σουίνι, ο Ζοχάδας ο Επιστάτης, ο Βουλομάτης, η Κόρη του Δράκουλα, ο Βρωμιάρης, ο Χοντρούλης και ο Μούργος ο Καραβόγατος.
Η Βαβούρα ξεπέρασε τα 500 τεύχη κυκλοφορίας πριν ολοκληρώσει την πορεία της στα σχοινιά των περιπτέρων ή πάνω στα ψυγεία με τα παγωτά όπου βρισκόταν για μια 10ετία σχεδόν.
Το χιούμορ της ήταν χοντροκομμένο με τα σημερινά δεδομένα, αλλά πικάντικο και γοητευτικό στην τότε εποχή. Οι γονείς δεν επέτρεπαν εύκολα στα παιδιά να το αποκτήσουν, αλλά στο τέλος κατέληγαν να το παίρνουν για τον εαυτό τους.
Σε αυτή την δεκαετία είχε και τεύχη που ένωναν δύο κόμικ κόσμους, όπως ένα τεύχος που είχε κυκλοφορήσει με τον Γκάρφιλντ ή ένα που είχε τον Darth Vader.
Πολλές φορές λέμε για πράγματα πως είναι μπροστά από την εποχή τους και αυτό καταλήγει να είναι μια αοριστία. Με την Βαβούρα η αοριστία γίνεται οριστική.
Ίσως ο σαρκασμός που διέκρινε τα κείμενα, να είναι αυτό που χρειαζόμαστε στο σήμερα για να ξεφύγουμε από τον παστρικό και υποχόνδριο τρόπο που αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα και τους εαυτούς μας.
Η Βαβούρα ήταν, όπως έγραφε και σε θέση υπότιτλου, ένα Εβδομαδιαίο Περιοδικό της Πλάκας. Ή ένα «Περιοδικό Με Πολύ Πλάκα». Ή ένα «Περιοδικό για Έξυπνα Παιδιά».