Νέα μελέτη διαπιστώνει ότι οι άνθρωποι βρίσκουν πιο ελκυστικό το υποψήφιο ταίρι τους όταν μοιάζουν στα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά.
Το να μοιάζει κάποιος με κάποιον μπορεί να δημιουργήσει μια αίσθηση οικειότητας, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε πιο φιλοκοινωνική συμπεριφορά και σε μεγαλύτερη πιθανότητα να δημιουργηθεί ένα ζευγάρι, υποστηρίζει νέα έρευνα.
Επικεφαλής της συγκερκιμένης μελέτης ήταν ψυχολόγοι του Πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Evolution and Human Behavior.
«Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι οι άνθρωποι μπορεί να αναζητούν ρομαντικούς συντρόφους με παρόμοιο πρόσωπο», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Amy Zhao από το Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ.
«Τους αντιλαμβάνονται ως πιο ευγενικούς, κατανοητούς και αξιόπιστους λόγω μιας πιθανής επικάλυψης μεταξύ της ομοιότητας του προσώπου και της οικειότητας».
Πολλαπλές μελέτες έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν γιατί υπάρχει έλξη μεταξύ ανθρώπων που μοιάζουν μεταξύ τους, με πολλές να το αποδίδουν στο ότι υποσυνείδητα έλκονται από κάποιον που θα ήταν σαν συγγενικό πρόσωπο.
Μια άλλη έρευνα του 2008 από Ούγγρους επιστήμονες διαπίστωσε ότι οι γυναίκες τείνουν να επιλέγουν συντρόφους των οποίων τα πρόσωπα μοιάζουν με αυτά των πατέρων τους, ενώ οι άνδρες ήταν επίσης πιο πιθανό να έχουν σχέση με μια γυναίκα που μοιάζει με τη μητέρα τους.
Εν τω μεταξύ, μια ακόμη- γαλλική, μελέτη από το 2012 διαπίστωσε ότι ορισμένοι άνδρες έλκονται περισσότερο από εικόνες γυναικών που είχαν υποστεί ψηφιακή επεξεργασία ώστε να μοιάζουν με τα δικά τους χαρακτηριστικά.
Για τη νέα μελέτη, η ομάδα θέλησε να διερευνήσει ποια χαρακτηριστικά του προσώπου μας κάνουν να θεωρούμε κάποιον ελκυστικό – όχι μόνο να μας μοιάζει, αλλά και να έχει ένα αρσενικό ή θηλυκό πρόσωπο και να θεωρείται «φιλοκοινωνικός» ή ευγενικός.
Οι ψυχολόγοι στρατολόγησαν 682 ετεροφυλόφιλους συμμετέχοντες και κατέγραψαν συνολικά 2.285 αλληλεπιδράσεις σε ραντεβού γνωριμίας επί τούτου.
Συνολικά, 1.188 αλληλεπιδράσεις βασίστηκαν σε συμμετέχοντες που αλληλεπιδρούσαν με σύντροφο της ίδιας εθνικότητας και οι υπόλοιπες 1.097 αλληλεπιδράσεις αφορούσαν σύντροφο διαφορετικής εθνικότητας.
Κάθε αλληλεπίδραση διήρκεσε τρία λεπτά, μετά την οποία οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο για να αξιολογήσουν την ελκυστικότητα του προσώπου και την «ευγένεια» του συντρόφου που έβγαιναν ραντεβού.
Οι φωτογραφίες που ελήφθησαν από τους συμμετέχοντες χρησιμοποιήθηκαν για να βοηθήσουν στον προσδιορισμό των ομοιοτήτων του προσώπου μεταξύ των ζευγαριών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ομοιότητα του προσώπου επηρέασε την αντίληψη της ελκυστικότητας – με άλλα λόγια, οι συμμετέχοντες που αξιολογούσαν κάποιον ως ελκυστικό είχαν την τάση να του μοιάζουν.
Οι συμμετέχοντες έλαβαν επίσης υψηλότερες βαθμολογίες ελκυστικότητας προσώπου από συντρόφους της ίδιας εθνικότητας, σε σύγκριση με εκείνους που προέρχονταν από διαφορετική εθνικότητα.
Είναι ενδιαφέρον ότι η ομοιότητα του προσώπου προέβλεπε τις αξιολογήσεις της ευγένειας ακόμη και όταν ο σύντροφος είχε την ίδια ή διαφορετική εθνικότητα με τον αξιολογητή.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι τα παρόμοια πρόσωπα είναι ένα σήμα συγγένειας και οικειότητας – το αίσθημα της ομοιότητας και επομένως του να ανήκεις μαζί και να μπορείς να εμπιστεύεσαι τον άλλον.
Αυτό συμβαίνει παρόλο που προηγούμενες μελέτες έχουν υποδείξει ότι τα σημάδια συγγένειας μπορούν να μειώσουν τη σεξουαλική επιθυμητότητα λόγω της υποσυνείδητης επίγνωσης του «κόστους της αιμομιξίας».
Η ομάδα πιστεύει ότι υπάρχει «πιθανότατα μια γενετική βάση» για το είδος των προσώπων που βρίσκουμε ελκυστικά και ότι οι προτιμήσεις για ορισμένα χαρακτηριστικά του προσώπου ενδεχομένως εξελίχθηκαν λόγω των πλεονεκτημάτων φυσικής κατάστασης που υποδηλώνουν αυτά τα χαρακτηριστικά.
Η ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι η αρρενωπότητα του προσώπου σχετίζεται θετικά με τις αξιολογήσεις της ελκυστικότητας του προσώπου των ανδρών και αρνητικά με τις αξιολογήσεις της ελκυστικότητας του προσώπου των γυναικών.
Με άλλα λόγια, όσο πιο αρρενωπός φαινόταν ένας άνδρας, τόσο πιο ελκυστικός έτεινε να θεωρείται, ενώ οι γυναίκες θεωρούνταν λιγότερο ελκυστικές αν έδειχναν πιο αρρενωπές.
Η ομάδα αναφέρει ότι οι προηγούμενες μελέτες στον τομέα αυτό είχαν «σημαντικούς περιορισμούς», καθώς αφορούσαν τους συμμετέχοντες που βαθμολογούσαν μια σειρά φωτογραφιών ή πρόσωπα που δημιουργούνταν από υπολογιστή.
Για παράδειγμα, μια μελέτη του 2002 διαπίστωσε ότι οι συμμετέχοντες που αντιμετώπιζαν αντιπάλους σε ηλεκτρονικά παιχνίδια που έμοιαζαν στο πρόσωπό τους ήταν πιο πρόθυμοι να εμπιστευτούν τον αντίπαλο.
«Δεν ήταν σαφές ότι τα ευρήματα από αυτές τις μελέτες θα μπορούσαν να γενικευτούν σε αλληλεπιδράσεις στην πραγματική ζωή όπου οι άνθρωποι κινούνται, μιλούν, αλλάζουν εκφράσεις προσώπου, επιδεικνύουν την προσωπικότητά τους κ.ο.κ.», αναφέρει η ομάδα.
Καταλήγουν μάλιστα στο συμπέρασμα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Daily Mail, ότι «θα άξιζε τον κόπο να διερευνήσουμε πώς τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά του προσώπου που βρήκαμε ότι σχετίζονται με την ελκυστικότητα εδώ μπορεί να σχετίζονται ή όχι και στα πραγματικά ζευγάρια».