Ο Αλέξης Κούγιας βρέθηκε καλεσμένος στην βραδινή εκπομπή του Μάνου Νιφλή «Στιγμές» στο One Channel. Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο ζήτημα της φτώχειας.
Ο γνωστός ποινικολόγος αποκάλυψε πως προερχόταν από μία οικογένεια αρκετά φτωχική. Πως δεν είχαν δικό τους σπίτι και αναγκάζονταν να μένουν σε υπόγεια.
Τα παιδικά χρόνια στην Πετρούπολη δεν ήταν και τα καλύτερα για ένα παιδί. Ο Αλέξης Κούγιας από τα 12 του χρόνια έγινε τζαμάς.
Το γεγονός αυτό όπως ο ίδιος αποκαλύπτει του δημιούργησε μεγάλο κόμπλεξ και το έβαλε στόχο ζωής να γίνει πλούσιος και να έχει τα πιο όμορφα σπίτια στην Ελλάδα.
«Εγώ, από το κόμπλεξ μου, που δεν είχαμε σπίτι και μέναμε σε υπόγεια, ήθελα να γίνω πλούσιος, για να κάνω σπίτια και να πάρω αυτοκίνητα. Είμαι ισορροπημένος γιατί αυτό έγινε με έναν υγιή τρόπο.
Δεν έχω βρει χρόνο να κάνω διακοπές και να χαρώ τα σπίτια μου. Λόγω του κόμπλεξ που σας είπα, έχω σπίτια σε όλη την Ελλάδα, τα ωραιότερα σπίτια. Έχω σπίτια στη Μύκονο, στην Κρήτη, στους Οθωνούς, στο Μεγανήσι», αναφέρει αρχικά ο Αλέξης Κούγιας.
«Δεν έχω πάει ποτέ και δεν τα νοικιάζω. Δεν τα πουλάω γιατί θέλω να τα βλέπω. Είναι πάρα πολλά τα ακίνητα και δεν ξέρω αν είναι σωστό να αφήσεις τόσο μεγάλη περιουσία στα παιδιά σου. Δεν μου άρεσε να έχω λεφτά στην τράπεζα, μόλις μάζευα κάποια, πήγαινα και αγόραζα ένα οικόπεδο, ένα σπίτι».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, εξομολογείται πως έκλαψε όταν χρειάστηκε να πει στα παιδιά του πως δεν θα κοιμούνται πια στο ίδιο σπίτι. Ειδικότερα, λέει: «Εγώ δεν κλαίω εύκολα. Είχα πολλά χρόνια να κλάψω.
Την ημέρα που έπρεπε να πω στα παιδιά μου, ήταν 2 και 5 ετών τότε, ότι από εδώ και πέρα δεν θα κοιμόμαστε μαζί και δεν θα ξυπνάμε μαζί, με έπιασαν τα κλάματα. Και ο γιος μου, που τώρα τελειώνει την Νομική Αθηνών, με πήρε αγκαλιά και μου είπε “να ξέρεις θα ζητάμε από την μαμά να σε βλέπουμε κάθε ημέρα”. Και έγινε.
Έγινε γιατί το οργάνωσα. Για να εξαγοράσω την ελευθερία να βλέπω κάθε ημέρα τα παιδιά μου, αμέσως δέχτηκα να νοικιάσω ένα σπίτι εκεί πέρα στην Βουλιαγμένη και συγχρόνως να πληρώνω τα πάντα.
Όμως συγχρόνως είχα το δικαίωμα οποιαδήποτε ώρα από το μεσημέρι και μετά, να πηγαίνω να βλέπω τα παιδιά. Και τα έβλεπα κάθε ημέρα. Να τα πάω στο γήπεδο, στο μπαλέτο, στην κολύμβηση, στα παιδικά πάρτι.»
Στη συνέχεια, ο γνωστός ποινικολόγος μίλησε για την αγάπη του για το ποδόσφαιρο. «Εγώ λάτρεψα το ποδόσφαιρο. Δεν είχα χρόνο. Είχα το σχολείο και την προπόνηση. Ο πατέρας μου μου έλεγε: “20, προπόνηση. 19, όχι προπόνηση”.
Ο πατέρας μου ήταν πολύ σκληρός, με αρχές και πολύ δίκαιος. Αλλά η λουρίδα ήταν λουρίδα. Εγώ έπαιζα μέσα στο σπίτι μπάλα, έσπαγα τζάμια και γινόταν κόλαση. Με έσωζε η μητέρα μου.
Αλλά ήταν τόσο ζεστά τα πράγματα στην οικογένεια. Θυμάμαι σε λίγο μεγαλύτερη ηλικία, στο σχολείο, είχε χωρίσει ο πατέρας και η μητέρα ενός συμμαθητή μου και ήταν δακτυλοδεικτούμενος ότι “είχαν χωρίσει οι γονείς του”.
Εγώ επιμένω στο ότι το κύτταρο της κοινωνίας είναι η οικογένεια. Δεν έχει σημασία αν είναι καθηγητές πανεπιστημίου η μαμά και ο μπαμπάς, ή αν είναι το παιδί του υδραυλικού, του χτίστη.»