Ένας 31χρονος μπάρμαν, που κατηγορείται για τη δολοφονία της συντρόφου του, η οποία ήταν 7 μηνών έγκυος, ανατριχιάζει με την κατάθεσή του στο δικαστήριο.
Ο κατηγορούμενος, Alessandro Impagnetiello, ανακάλυψε ότι η 29χρονη σύντροφός του, Giulia Tramontano, είχε συναντηθεί με την Ιταλο-βρετανίδα ερωμένη του, πέρυσι και ομολόγησε στο δικαστήριο πώς δολοφόνησε την φίλη του με 37 μαχαιριές στο μπάνιο.
Η ερωμένη είχε επικοινωνήσει με την άτυχη γυναίκα, αφού είχε μάθει για την σχέση τους και οι δύο γυναίκες συναντήθηκαν στις 27 Μαΐου 2023 και μίλησαν για την «ψυχολογική κακομεταχείριση» που υπέστησαν από τον κατηγορούμενο, σύμφωνα με όσα είπε στην αστυνομία η Ιταλο-βρετανίδα σερβιτόρα και μάλιστα υπάρχει υλικό από κάμερες ασφαλείας, που δείχνει τις δύο γυναίκες να αγκαλιάζονται θερμά πριν αποχαιρετιστούν.
Μερικές ώρες αργότερα, ο 31χρονος μπάρμαν μπούκαρε στο μπάνιο και επιτέθηκε με μαχαίρι στην έγκυο σύντροφό του, με τους εισαγγελείς να λένε ότι ο άνδρας αποφάσισε να σκοτώσει την 29χρονη, όταν επικοινώνησε μαζί της η 23χρονη Βρετανίδα.
Αν και ανακάλυψε ότι ο 31χρονος την απατούσε, η αδικοχαμένη κοπέλα φέρεται να είχε αποφασίσει να ζει μαζί του, για «όσο χρειαστεί», για χάρη του παιδιού που θα έφερνε στον κόσμο.
Στην ομολογία του, ο δολοφόνος υπογράμμισε «σκότωσα την Giulia Tramontano αλλά δεν ξέρω γιατί. Ο αριθμός των μαχαιριών θα με στοιχειώνει πάντα. Ο άνθρωπος που ήμουν εκείνη την περίοδο δεν είναι ο άνθρωπος που είμαι σήμερα.
Αυτή η δίκη με βοηθά να οργανώσω τις σκόρπιες σκέψεις μου και τα μπερδεμένα κομμάτια μου. Τώρα, μπορώ να αποκαλύψω την πραγματική αλήθεια. Είχα δημιουργήσει έναν ιστό από ψέματα μέσα στον οποίο πνίγηκα».
Ο 31χρονος εξήγησε ότι αφού σκότωσε τη σύντροφό του, έβλεπε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στο τηλέφωνό του, πριν βάλει τη σορό της στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του.
Στη συνέχεια, οδήγησε για να συναντήσει τη μητέρα του για μεσημεριανό γεύμα και όπως επεσήμανε «έτρωγα μεσημεριανό στης μητέρας μου με το πτώμα στο αυτοκίνητο».
Το δικαστήριο άκουσε προηγουμένως πώς ο Impagnetiello κατέρρευσε κατά την διάρκεια της ανάκρισης από την αστυνομία και οδήγησε τους αστυνομικούς στο σημείο όπου είχε κρύψει τη σορό της.
Μετά την δολοφονία, έκαψε το σώμα της σε ένα μπάνιο και έκρυψε ό,τι είχε απομείνει σε ένα γκαράζ και στη συνέχεια σε ένα κελάρι, ενώ την επόμενη μέρα, δήλωσε την εξαφάνισή της στην αστυνομία.
Στην προσπάθειά του να αποπροσανατολίσει τους ερευνητές, έκαψε αρκετά από τα προσωπικά αντικείμενα της 29χρονης, πέταξε την ταυτότητα και το διαβατήριό της και έστειλε μηνύματα στο τηλέφωνό της, ρωτώντας πού βρισκόταν και εκλιπαρώντας την να επιστρέψει.
Προσπάθησε να υποστηρίξει ότι η άτυχη κοπέλα τον εγκατέλειψε, αφού ανακάλυψε τη μυστική του σχέση και ότι ανησυχούσε για την εξαφάνισή της, αλλά δεν μπόρεσε να συνεχίσει τα ψέματα, αφού η Ιταλο-βρετανίδα ερωμένη του ειδοποίησε την αστυνομία, λαμβάνοντας ασυνήθιστα μηνύματα από το τηλέφωνο της Giulia.
«Έγραφε μηνύματα με διαφορετικό τρόπο από ό,τι είχε κάνει στο παρελθόν», σημείωσε η σερβιτόρα στην αστυνομία, όπως αναφέρει το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA.
Όπως αποκαλύφθηκε ο Impagnetiello είχε στείλει τα ύποπτα μηνύματα στην ερωμένη του από το τηλέφωνο της Giulia, αφού την είχε δολοφονήσει.
Η αστυνομία αναφέρει επίσης ότι ο 31χρονος μπάρμαν χορηγούσε επί μήνες στην 29χρονη ποντικοφάρμακο, πριν από τη δολοφονία της, ελπίζοντας να της προκαλέσει αποβολή.
Οι ερευνητές έψαξαν τις ηλεκτρονικές συσκευές του και ανακάλυψαν ότι ο γυναικοκτόνος είχε κάνει αναζητήσεις για το ποντικοφάρμακο και ποια είναι η δόση που μπορεί να σκοτώσει έναν άνθρωπο.
Ο 31χρονος παραδέχθηκε τις κατηγορίες της διακεκριμένης ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, της απόκρυψης πτώματος και της μη συναινετικής άμβλωσης και αναμένεται να αντιμετωπίσει ερωτήσεις από τους εισαγγελείς, προκειμένου να εξηγήσει τις λεπτομέρειες του εγκλήματος.